Ανησυχητικές διαστάσεις λαμβάνει το φαινόμενο των ιατρικών λαθών στα νοσοκομεία της χώρας.
Από λάθος μεταγγίσεις και φαρμακευτικές αγωγές που δίνονται σε άλλους ασθενείς, έως καθυστερημένες διαγνώσεις που οδηγούν ακόμη και σε θανάτους — τα περιστατικά αυξάνονται, χωρίς όμως να υπάρχει επίσημη εικόνα για το μέγεθος του προβλήματος.
Στην Ελλάδα, δεν υπάρχει σήμερα ένα ενιαίο σύστημα καταγραφής και διαχείρισης ιατρικών σφαλμάτων.
Κανένα εθνικό μητρώο, καμία βάση δεδομένων που να συγκεντρώνει τα περιστατικά.
Το αποτέλεσμα είναι ένα «τυφλό» σύστημα, χωρίς στατιστικά, χωρίς δυνατότητα αποτίμησης, και μεμονωμένες μόνο πρωτοβουλίες σε επίπεδο νοσοκομείων.
Σύμφωνα με έρευνες, η κόπωση και η εξάντληση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού αποτελούν έναν από τους βασικότερους παράγοντες αύξησης των λαθών.
Στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Πατρών 82 οργανικές θέσεις γιατρών παραμένουν κενές, ενώ στην τελευταία προκήρυξη καλύφθηκαν μόλις οκτώ.
Από τις δώδεκα χειρουργικές αίθουσες, τέσσερις παραμένουν κλειστές λόγω των έλλειψεων σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικο.
Αν λειτουργούσαν όλες, θα μπορούσαν να πραγματοποιούνται 2.000 περισσότερες επεμβάσεις τον χρόνο.
Παράλληλα, γιατροί αναγκάζονται να μετακινούνται σε άλλες μονάδες — στον Πύργο και τα Ιόνια νησιά, για να καλύψουν κενά, επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο την κατάσταση.
Τα στοιχεία που φέρνει στο φως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας είναι αποκαρδιωτικά.
Η Ελλάδα κατατάσσεται ένατη στην Ευρώπη σε ποσοστά κατάθλιψης μεταξύ των υγειονομικών.
Οι ελλείψεις, η εξουθένωση και η απουσία μηχανισμών ελέγχου δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου τα λάθη γίνονται αναπόφευκτα.
Το ζητούμενο πλέον δεν είναι μόνο η απόδοση ευθυνών, αλλά η δημιουργία ενός συστήματος που θα μαθαίνει, θα καταγράφει και —κυρίως— θα προλαμβάνει.





